Πρωταρχική θέση στην αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη κατέχει η εκπαίδευση των ατόμων για αυτοδιαχείριση της νόσου, και σημαντικό μέρος της αποτελεί ο αυτοέλεγχος του σακχάρου του αίματος.
Ο αυτοέλεγχος είναι η εξέταση του σακχάρου από το ίδιο το άτομο με διαβήτη, με την χρήση ειδικού μετρητή που ονομάζεται σακχαρόμετρο.
Ο αυτοέλεγχος είναι εύκολος, δεδομένου ότι η τεχνική μέτρησης είναι σωστή, ώστε να είναι αξιόπιστα τα αποτελέσματα. Η μέτρηση γίνεται με μικρή σταγόνα τριχοειδικού αίματος από την άκρη των δακτύλων των χεριών.
Σημαντικό είναι να προηγείται της μέτρησης πλύσιμο των χεριών με χλιαρό νερό και σαπούνι και καλό στέγνωμα. Η χρήση οινοπνεύματος ή άλλου αντισηπτικού δεν συστήνεται, γιατί μπορεί να αλλοιώσει το αποτέλεσμα της μέτρησης.
Για τη μέτρηση είναι απαραίτητα ο μετρητής, οι ταινίες μέτρησης, οι σκαρφιστήρες (βελόνες τρυπήματος) και το στυλό λήψης αίματος.
Αρχικά ελέγχεται η ημερομηνία λήξης των ταινιών, ενώ 6 μήνες μετά το άνοιγμα του φιαλιδίου συστήνεται οι ταινίες να μην χρησιμοποιούνται. Το καπάκι του φιαλιδίου πρέπει να κλείνεται ερμητικά, γιατί η υγρασία μπορεί να προκαλέσει φθορά στις ταινίες.
Η ταινία τοποθετείται στο μετρητή και ο μετρητής είναι έτοιμος για χρήση όταν εμφανιστεί στην οθόνη η ένδειξη “έτοιμο” ή τα σύμβολα “σταγόνα” ή “ταινία μέτρησης”. Ο σκαρφιστήρας τοποθετείται στο στυλό λήψης αίματος και η λήψη της σταγόνας γίνεται από την πλάγια επιφάνεια των δακτύλων, που είναι λιγότερο επώδυνη. Η ταινία φέρεται σε επαφή με τη σταγόνα αίματος και σε ελάχιστα δευτερόλεπτα αναγράφεται το αποτέλεσμα στην οθόνη. Ο σκαρφιστήρας απορρίπτεται μετά τη χρήση, ενώ ο μετρητής καθαρίζεται από υπολείμματα αίματος. Τόσο οι ταινίες όσο και ο μετρητής φυλάσσονται σε θερμοκρασία δωματίου.
Δεν συνιστάται να γίνονται μετρήσεις με διαφορετικούς μετρητές ταυτόχρονα, λόγω της σύγχυσης που μπορεί να δημιουργηθεί από τις φυσιολογικές μικρές αποκλίσεις των αποτελεσμάτων μεταξύ των μετρητών.
Η καταγραφή της μέτρησης σε ημερολόγιο συνιστά μέρος του αυτοελέγχου. Σημαντική είναι και η καταγραφή των πιθανών παραγόντων που ευθύνονται για χαμηλές ή υψηλές τιμές σακχάρου, όπως παράλειψη γεύματος ή γεύμα πλούσιο σε υδατάνθρακες ή έντονη σωματική δραστηριότητα.
Η μέτρηση του σακχάρου προτείνεται να γίνεται σε διάφορα χρονικά σημεία του 24ώρου, όπως:
● προγευματικά: πριν τα γεύματα (πρωινό, μεσημεριανό, βραδινό γεύμα)
● μεταγευματικά: 2 ώρες μετά την έναρξη του γεύματος.
Μετρήσεις όμως είναι δυνατό να είναι απαραίτητες και άλλες χρονικές στιγμές, όπως:
● σε υποψία ή συμπτώματα υπογλυκαιμίας
● μετά από αντιμετώπιση υπογλυκαιμικού επεισοδίου για επιβεβαίωση της διόρθωσης της υπογλυκαιμίας
● πριν από τον βραδινό ύπνο ή τη νύχτα μεταξύ 2-3 πμ κατά την εντατική προσπάθεια γλυκαιμικής ρύθμισης
● πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά από άσκηση
● πριν από σημαντικές ασχολίες, όπως οδήγηση ή χειρισμός μηχανημάτων.
Η συχνότητα των μετρήσεων εξαρτάται από το είδος και τους στόχους της θεραπείας και εξατομικεύονται για κάθε ασθενή. Ενδεικτικά σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2:
● αν αντιμετωπίζονται χωρίς ινσουλίνη, συνιστώνται τουλάχιστον 3 μετρήσεις την εβδομάδα, σε διάφορα χρονικά σημεία του 24ώρου (προγευματικά και μεταγευματικά)
● αν αντιμετωπίζονται με μια δόση βασικής ινσουλίνης το βράδυ, συνιστάται η καθημερινή μέτρηση του πρωινού προγευματικού σακχάρου (νηστείας) και με βάση αυτή την τιμή προσαρμογή της δόσης της βασικής ινσουλίνης
● αν αντιμετωπίζονται με μείγματα ινσουλίνης 2 ή 3 φορές την ημέρα, συνιστώνται μετρήσεις προγευματικά πριν από την χορήγηση του μείγματος
● αν αντιμετωπίζονται με εντατικό σχήμα ινσουλινοθεραπείας (μια δόση βασικής ινσουλίνης το βράδυ και 3 δόσεις γευματικής ινσουλίνης πριν τα γεύματα), συνιστώνται 3-7 μετρήσεις την ημέρα, σε διάφορα χρονικά σημεία του 24ώρου (προγευματικά, μεταγευματικά, προ του ύπνου).
Επιπρόσθετες μετρήσεις είναι πιθανό να χρειαστούν:
● κατά την τροποποίηση της θεραπευτικής αγωγής
● σε απορρύθμιση του γλυκαιμικού ελέγχου, όπως σε εμπύρετες ή οξείες νόσους
● σε συγχορήγηση φαρμάκων που επηρεάζουν τα επίπεδα σακχάρου, όπως κορτικοστεροειδών
● σε προεγχειρητικές ή μετεγχειρητικές περιόδους.
Η γλυκαιμική ρύθμιση θεωρείται ικανοποιητική όταν οι μετρήσεις σακχάρου κυμαίνονται:
● προγευματικά μεταξύ 90-130 mg/dl
● μεταγευματικά < 180 mg/dl.
Οι στόχοι εξατομικεύονται για κάθε ασθενή και μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο αυστηροί, αναλόγως της ηλικίας, της διάρκειας του διαβήτη, της παρουσίας άλλων νόσων και της αντίληψης ή όχι των υπογλυκαιμικών επεισοδίων.
Ο αυτοέλεγχος του σακχάρου αποτελεί πολύτιμο εργαλείο στα χέρια τόσο του ατόμου με διαβήτη όσο και του θεράποντα ιατρού γιατί:
● προσφέρει πληροφορίες για τα επίπεδα σακχάρου οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας
● αποκαλύπτει επεισόδια υπογλυκαιμίας ή υπεργλυκαιμίας που δεν γίνονται αντιληπτά
● επισημαίνει τις επιπτώσεις της διατροφής και της άσκησης στα επίπεδα σακχάρου
● σε άτομα που αντιμετωπίζονται με ινσουλίνη τα αποτελέσματα των μετρήσεων καθοδηγούν την προσαρμογή των δόσεων.
Συνεπώς, οδηγεί στην καλύτερη κατανόηση του διαβήτη από τον ίδιο τον ασθενή και παρέχει σημαντικές πληροφορίες προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις για τη βέλτιστη αντιμετώπισή του. Για αυτό το λόγο ο αυτοέλεγχος ολοκληρώνεται με την επίδειξη του ημερολογίου μετρήσεων στο θεράποντα ιατρό και συνοδεύεται από διορθωτικούς χειρισμούς προκειμένου να διατηρηθεί το σάκχαρο αίματος σε όσο το δυνατό πιο φυσιολογικά επίπεδα.
Κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση του διαβητικού ασθενούς. Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία, 2013.
Standards of Medical Care in Diabetes-2016. American Diabetes Association, Diabetes Care, 2016; 39 Suppl 1: 1-112.
Θερμά ευχαριστώ στη Δρ. Ιωάννα Ελευθεριάδου, Πανεπιστημιακή Υπότροφο - Παθολόγο, ΑΠΠΚ, Διαβητολογικό Κέντρo & Διαβητολογικό Εργαστήριο ΓΝΑ Λαϊκο.